Μαθήτευσες, σπουδάζοντας βυζαντινή μουσική, δίπλα στον Καθηγητή και Πρωτοψάλτη της Μητρόπολης Αθηνών, αείμνηστο, Σπύρο Περιστέρη κι έψαλες δίπλα του (ως μέλος της χορωδίας του) για μια δεκαετία (1983-1993). Ήσουν και «παιδί της εκκλησίας» ή προσέγγισες τη βυζαντινή μουσική, καθαρά για τη διεύρυνση της μουσικής παιδείας σου;
Θ.Μ.: Μέχρι τώρα δεν έχω νοιώσει “παιδί κάποιου”, πλην της μητέρας μου και της μουσικής. Ούτε ήμουν, ούτε διαφαίνεται ότι θα γίνω “παιδί της εκκλησίας”. Μπορώ να αγαπήσω τη βυζαντινή μουσική και να την ψέλνω χωρίς να πιστεύω στο Θεό, όπως μπορώ να αγαπήσω ένα ερωτικό τραγούδι χωρίς να είμαι ερωτευμένος. Όσοι γνωρίζουν τον παρανομαστή της βυζαντινής μουσικής, είτε την συνδέουν με την λατρευτική τελετουργία που συντελείται στις εκκλησίες είτε όχι, ξέρουν καλά ότι είναι και αυτή μία από τις μοναδικές και πλήρεις αρμονίας μουσικές του σύμπαντος.
Δεν ξέρω γιατί ήθελα να μάθω και τη βυζαντινή μουσική. Ξέρω όμως ότι την αγάπησα εξ’ αιτίας της γοητείας που άσκησε πάνω μου ο αγαπημένος μας δάσκαλος. Εξ αιτίας του “τρόπου” που μου δίδασκε τα μυστικά της, κάθε Σάββατο απόγευμα στο σπίτι του επί 5 ώρες για 4 χρόνια, χωρίς την παραμικρή αμοιβή. Μόνο και μόνο επειδή “μύρισε” την κόκκινη επιθυμία μου να μάθω.
Την πονάω τη βυζαντινή μουσική. Αυτός είναι και ο λόγος που συνέχεια γκρινιάζω γιατί δεν αφήνουν οι της εκκλησίας να μπει φρέσκος αέρας στο δωμάτιό της. Τίποτα καινούργιο δεν έχει γραφτεί στη βυζαντινή μουσική από την εποχή του Κουκουζέλη (1270-1340 περ.), ή, αν έχει γραφτεί, δεν επετράπη να ενταχθεί στο σώμα της.
Ολόκληρη η συνέντευξη του Θανάση Μωραΐτη και το φωτογραφικό υλικό, είναι δανεισμένα από το www.e-orfeas.gr